Ένας απλός εμπειρικός κανόνας βασίζεται στον δείκτη ενοικίου (rent ratio) ο οποίος υπολογίζεται ως το πηλίκο της τιμής αγοράς ενός "τυπικού" σπιτιού προς το ετήσιο ενοίκιο ενός τέτοιoυ σπιτιού. Ένας τρόπος ερμηνείας του δείκτη είναι ως τον αριθμό ετών που θα χρειαστεί ο ιδιοκτήτης του σπιτιού για να ανακτήσει μέσω ενοικίασης σε τρίτους τα χρήματα που δαπάνησε για την αγορά του σπιτιού. Αν ο δείκτης έχει τιμή 17, σημαίνει λοιπόν ότι ceteris paribus σε 17 χρόνια θα επανεισπράξει μέσω των ενοικίων ο ιδιοκτήτης τα χρήματα που έδωσε για την αγορά του σπιτιού. Αναλύσεις ιστορικών στοιχείων δείχνουν ότι μια τιμή δείκτη πάνω από 20 χρόνια είναι ένδειξη ότι συμφέρει ενδεχομένως η ενοικίαση σπιτιού. Τιμές του δείκτη κάτω από 15 χρόνια είναι σημάδι ότι ίσως πρέπει να αγοράσουμε σπίτι. Μπορεί να καταλάβατε ότι ο δείκτης είναι ουσιαστικά μια παραλλαγή του γνωστού δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E, Price to Earnings) που χρησιμοποιείται για την αποτίμηση εταιριών και την ανάλυση επενδύσεων σε μετοχές. Έτσι, μοιράζεται τα ίδια πλεονεκτήματα (εύκολα υπολογίσιμος, εύληπτος) αλλά και μειονεκτήματα (στατικός καθώς αγνοεί ενδεχόμενες μελλοντικές αυξήσεις, αβέβαιη προβλεπτική ικανότητα λόγω της ιστορικής του φύσης, αδυναμία σύγκρισης διαφορετικών σπιτιών). Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι παρά την κρίση, τα ακίνητα στις ΗΠΑ έχουν ακόμα πολύ υψηλό δείκτη ενοικίου. Οι New York Times δημοσίευσαν έναν online υπολογιστή για να αναλύσετε την απόφασή σας με μια επέκταση του απλού δείκτη ενοικίου η οποία επιτρέπει, μεταξύ άλλων, διαφορετικούς ρυθμούς αύξησης για την τιμή του ακινήτου και το ενοίκιο. Το εύρος αποφάσεων κατοικίας στην Ελλάδα έχει δυστυχώς πια επεκταθεί παρά την θέλησή μας και περιλαμβάνει εναλλακτικές επιλογές όπως: συγκατοίκηση (σε κοινόβιο), επιστροφή σε χωριό/πατρικό σπίτι/σπηλιές, μόνιμο camping και σπίτι-αυτοκίνητο 2 σε 1.