Μια ιδιαίτερα ανησυχητική πτυχή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα είναι ότι ίσως ωθήσει άξιους επιστήμονες να αναζητήσουν καλύτερη τύχη σε κάποια άλλη χώρα. Αυτή η μετανάστευση, γνωστή και ως brain drain, θεωρείται ως ιδιαίτερα ύπουλη και επικίνδυνη εξέλιξη για μια οικονομία καθώς σπαταλιούνται πόροι εκπαίδευσης και χάνεται σπάνιο και πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο. Κάποιοι όμως υποστηρίζουν ότι αυτή η μετανάστευση μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει θετική επίπτωση αν οι επιστήμονες επιστρέψουν τελικά και αξιοποιήσουν στην Ελλάδα τις χρήσιμες γνώσεις και εμπειρίες που αποκόμισαν κατά την παραμονή τους στο εξωτερικό. Δυστυχώς όμως τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι επιστήμονες gastarbeiter ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους. Συγκεκριμένα, πρόσφατη μελέτη εξέτασε ένα δείγμα 1.953 αλλοδαπών που γεννήθηκαν εκτός ΗΠΑ αλλά εργάστηκαν ως ερευνητές και διδάσκοντες σε τμήματα χημείας, χημικών μηχανικών και βιοχημείας των ΗΠΑ μεταξύ 1993 και 2010 (Patrick Gaulé, Return migration: evidence from academic scientists, NBER/MIT). Πρέπει να τονιστεί ότι στις ΗΠΑ οι αλλοδαποί αποτελούν ζωτικό κομμάτι του επιστημονικού δυναμικού καθώς, για παράδειγμα, στην περίπτωση των εργαζόμενων διδακτόρων μηχανικών καταλαμβάνουν μια θέση στις τρεις. Στην μελέτη αυτή βρέθηκε λοιπόν ότι μόλις 9% από τους επιστήμονες επέστρεψαν στην πατρίδα τους μέχρι την ηλικία των 65 ετών. Μάλιστα, η πιθανότητα επιστροφής μειώνεται αν ο επιστήμονας είναι ιδιαίτερα επιτυχημένος. Οι ερευνητικές επιδόσεις αυτών που επιστρέφουν χειροτερεύουν μόνο για τα δυο πρώτα χρόνια και μετά εξομαλύνονται. Πέρα από αυτά τα γενικά συμπεράσματα, είναι ενδιαφέρον να αναλύσουμε συγκριτικά τα στοιχεία της μελέτης ειδικά ως προς την Ελλάδα όπως παρουσιάζονται στον κάτωθι πίνακα:
Δυο πρόσθετα συμπεράσματα μπορούν εύκολα να εξαχθούν. Πρώτον, τα άσχημα νέα είναι ότι η συμμετοχή των Ελλήνων επιστημόνων στο δείγμα είναι ιδιαίτερα δυσανάλογη σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας μας. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες απαρτίζουν το 4,45% του δείγματος (1 στους 22 περίπου) όταν αποτελούν μόλις 0,16% του παγκόσμιου πληθυσμού. Με άλλα λόγια, οι Έλληνες επιστήμονες είναι πάνω από 27 φορές περισσότεροι από ότι δικαιολογεί ο πληθυσμός και αυτή είναι η υψηλότερη αναλογία από όλες τις χώρες που εξετάζει η μελέτη. Ακολουθεί σε αρκετή απόσταση Καναδάς, Ελβετία, Ισραήλ και Μ. Βρετανία. Οι χώρες με τους λιγότερους αναλογικά επιστήμονες στο δείγμα σε σχέση με το μέγεθός τους είναι Μεξικό, Ινδία, Κίνα, Ιράν και Τουρκία. Η σημαντική παρουσία των Ελλήνων επιστημόνων σημαίνει σίγουρα ότι είναι ιδιαίτερα υψηλό το επίπεδο εκπαίδευσης στην Ελλάδα από όπου και προήλθαν. Ταυτόχρονα, μπορεί να σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή ή επιθυμητή η απορρόφηση των επιστημόνων από τα Ελληνικά πανεπιστήμια. Η ακριβής ερμηνεία πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διερεύνησης. Το κάπως θετικό συμπέρασμα είναι ότι η πιθανότητα επιστροφής των Ελλήνων επιστημόνων (20,5%) είναι σημαντικά υψηλότερη (η 2η υψηλότερη στο δείγμα μετά την Αυστραλία) από άλλες χώρες όπως το Ιράν (0%), η Ινδία (0,1%), η Κίνα (1,7%) και η Η Ρωσία (3,6%). Αν και όπως αναφέρει η μελέτη αυτό μπορεί να ερμηνευτεί από το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας προέλευσης, οι Έλληνες είναι πιο πιθανό να επιστρέψουν και από επιστήμονες πιο πλούσιων χωρών όπως η Μ. Βρετανία (3,8%), η Ιταλία (4,6%) και η Ολλανδία (6,5%).
Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι ότι μόνο ένας από τους πέντε επιστήμονες που αποφασίζουν να φύγουν από την χώρα μας είναι πιθανό τελικά να επιστρέψει. Το κλειδί για την ανάπτυξη των πανεπιστημίων, της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας μας βρίσκεται στη δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα ανακόψουν ή και θα αναστρέψουν αυτή την τάση μετανάστευσης.
Δυο πρόσθετα συμπεράσματα μπορούν εύκολα να εξαχθούν. Πρώτον, τα άσχημα νέα είναι ότι η συμμετοχή των Ελλήνων επιστημόνων στο δείγμα είναι ιδιαίτερα δυσανάλογη σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας μας. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες απαρτίζουν το 4,45% του δείγματος (1 στους 22 περίπου) όταν αποτελούν μόλις 0,16% του παγκόσμιου πληθυσμού. Με άλλα λόγια, οι Έλληνες επιστήμονες είναι πάνω από 27 φορές περισσότεροι από ότι δικαιολογεί ο πληθυσμός και αυτή είναι η υψηλότερη αναλογία από όλες τις χώρες που εξετάζει η μελέτη. Ακολουθεί σε αρκετή απόσταση Καναδάς, Ελβετία, Ισραήλ και Μ. Βρετανία. Οι χώρες με τους λιγότερους αναλογικά επιστήμονες στο δείγμα σε σχέση με το μέγεθός τους είναι Μεξικό, Ινδία, Κίνα, Ιράν και Τουρκία. Η σημαντική παρουσία των Ελλήνων επιστημόνων σημαίνει σίγουρα ότι είναι ιδιαίτερα υψηλό το επίπεδο εκπαίδευσης στην Ελλάδα από όπου και προήλθαν. Ταυτόχρονα, μπορεί να σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή ή επιθυμητή η απορρόφηση των επιστημόνων από τα Ελληνικά πανεπιστήμια. Η ακριβής ερμηνεία πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διερεύνησης. Το κάπως θετικό συμπέρασμα είναι ότι η πιθανότητα επιστροφής των Ελλήνων επιστημόνων (20,5%) είναι σημαντικά υψηλότερη (η 2η υψηλότερη στο δείγμα μετά την Αυστραλία) από άλλες χώρες όπως το Ιράν (0%), η Ινδία (0,1%), η Κίνα (1,7%) και η Η Ρωσία (3,6%). Αν και όπως αναφέρει η μελέτη αυτό μπορεί να ερμηνευτεί από το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας προέλευσης, οι Έλληνες είναι πιο πιθανό να επιστρέψουν και από επιστήμονες πιο πλούσιων χωρών όπως η Μ. Βρετανία (3,8%), η Ιταλία (4,6%) και η Ολλανδία (6,5%).
Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι ότι μόνο ένας από τους πέντε επιστήμονες που αποφασίζουν να φύγουν από την χώρα μας είναι πιθανό τελικά να επιστρέψει. Το κλειδί για την ανάπτυξη των πανεπιστημίων, της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας μας βρίσκεται στη δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα ανακόψουν ή και θα αναστρέψουν αυτή την τάση μετανάστευσης.
Αναδημοσίευση άρθρου μου από το ΣΚΑΪ (24/1/2011)